ράγκταϊμ

ράγκταϊμ
(rag-time). Μουσικός όρος της αγγλικής γλώσσας (κατά λέξη: «κουρελιασμένος χρόνος») που χαρακτηρίζει ένα είδος μουσικής σύνθεσης με ρυθμό έντονα συγκοπτόμενο το οποίο εμφανίστηκε στις ΗΠΑ κατά τα τέλη του 19ου αι. Άμεσος πρόγονος της τζαζ, το ρ. αναπτύχθηκε αργότερα στο πεδίο της τζαζ και γνώρισε μεγάλη δημοτικότητα μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αι. Στην Ευρώπη ήρθε το 1915 και ο Στραβίνσκι (ο οποίος σύνθεσε επίσης και μια Pαγκ- μουσική για πιάνο) το χρησιμοποίησε στο έργο του Ιστορία του στρατιώτη. Επίσης 3 Ραγκ - καπρίτσια για πιάνο σύνθεσε ο Μιγιό, και σε μορφή ρ. είναι το τελευταίο μέρος της Σουίτας υπ’ αρ. 26 του Χίντεμιτ.
* * *
το, Ν
άκλ. μουσ. μουσικό ύφος που αποτέλεσε έναν από τους προδρόμους τής τζαζ και κυριάρχησε στη μουσική ζωή τών ΗΠΑ από το 1899 ώς το 1917.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Νιούμαν — (Newman). Επώνυμο οικογένειας Αμερικανών μουσικοσυνθετών. 1. Άλφρεντ (Alfred, Κονέκτικατ 1901 – 1970). Συνθέτης και διευθυντής ορχήστρας. Κλασικός κινηματογραφικός συνθέτης που έγραψε μουσική για δεκάδες ταινίες συμπεριλαμβανομένων μιούζικαλ,… …   Dictionary of Greek

  • Ντε Λαουρέντις, Ντίνο — (Dino De Laurentiis, Τόρε 1918 –). Ιταλός παραγωγός κινηματογράφου. Από τους διασημότερους στην πατρίδα του έγινε γνωστός στην διάρκεια της δεκαετίας του 1950 στις συνεργασίες του με τον σκηνοθέτη Κάρλο Πόντι, λίγο πριν χρεωκοπήσει στην Ιταλία… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”